titi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βασκικά (eu)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]titi (eu)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Γκουαρανί (gn)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]titi (gn)
Σουαχίλι (sw)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]titi (sw)