Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πριγκιπάτο της Αχαΐας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πριγκιπάτο της Αχαΐας

Εξαρτημένο κράτος*

1205-1432

Το οικόσημο του Πριγκιπάτου της Αχαΐας και του Γοδεφρείδου Α' Βιλλαρδουίνου


Πρωτεύουσα Ανδραβίδα (1205-1249)
Μυστράς (1249-1261)
Χαλανδρίτσα (1324-1432)

Γλώσσες Γαλλικά (επίσημη),
Ελληνικά (λαϊκή)

Θρησκεία Ρωμαιοκαθολικός Χριστιανισμός, Ελληνορθόδοξος Χριστιανισμός

Πολίτευμα Πριγκιπάτο

Πρίγκηπας
- 1205-1209 Γουλιέλμος Σαμπλίτης
- 1449-1453 Κεντυρίων Β΄ Ζαχαρίας

Το Πριγκιπάτο της Αχαΐας ήταν ένα κρατίδιο που δημιουργήθηκε από τον Γουλιέλμο Σαμπλίτη κατά την Δ΄ Σταυροφορία (1205-1210) στα εδάφη της Πελοποννήσου (Μοριάς), τα οποία μοιράστηκαν σε φέουδα μεταξύ των Φράγκων Σταυροφόρων.

Ήταν ένα κραταιό κρατίδιο, υπό την κυριαρχία των Φράγκων, αρχικά υπό την εξουσία του Γουλιέλμου Σαμπλίτη και στη συνέχεια από τους Βιλλεαρδουίνους. Η κατάσταση του πριγκιπάτου άλλαξε πολλές φορές μέχρι το 1452, οπότε και επανήλθε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία υπό τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, μετέπειτα αυτοκράτορα του Βυζαντίου, για να περάσει μετά από λίγο στους Οθωμανούς Τούρκους.

Η πρωτεύουσα του πριγκιπάτου ήταν η Ανδραβίδα. Κύριο λιμάνι του ήταν η Γλαρέντζα ή Clarence (στη θέση Παλαιόκαστρο, δυτικά της σημερινής Κυλλήνης) και σημαντικό του κάστρο ήταν το Χλεμούτσι ή Clermont λίγο πιο νότια.

Η κατάκτηση και η πρώτη δυναστεία του Σαμπλίτη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός το 1204 κατέκτησε τη Θεσσαλονίκη, κινήθηκε νότια προς τον Ισθμό της Κορίνθου κατακτώντας συνεχώς νέα εδάφη. Στην Πελοπόννησο την ίδια εποχή βρισκόταν ο Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος που είχε βγει στην ακτή λόγω θαλασσοταραχής: ενώ οι άλλοι ιππότες της Δ΄ Σταυροφορίας παρέκκλιναν της πορείας τους και τελικά κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, ο Γοδεφρείδος αποβιβάστηκε στην Παλαιστίνη,[1] όμως κατά την επιστροφή του το 1204, το πλοίο του λόγω καταιγίδας βρήκε καταφύγιο στη Μεθώνη. Εκεί βρήκε τους κατοίκους της περιοχής σε πλήρη αναρχία και τους άρχοντες του τόπου να ανταγωνίζονται για την κατάληψη της εξουσίας. Τότε έλαβε πρόσκληση από τον άρχοντα της Κορώνης, Ιωάννη Καντακουζηνό, με τον οποίο και ήλθε σε συμφωνία να συνεργαστούν για την κατάκτηση όλης της Πελοποννήσου.[1] Έτσι ο Γοδεφρείδος κατέστη κύριος των παραλίων της Μεσσηνίας, της Ηλείας και των Πατρών.[1]

Όταν ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός το 1205 ξεκίνησε να πολιορκεί το Άργος, ο Βιλλεαρδουίνος έτρεξε προς βοήθειά του και εκεί πρότεινε στον Γουλιέλμο Σαμπλίτη, συμπολεμιστή του Βονιφάτιου, να κατακτήσουν μαζί την Πελοπόννησο, πρόταση με την οποία συμφώνησε και ο Βονιφάτιος, δίνοντάς τους όσα εδάφη θα μπορούσαν να κατακτήσουν εφόσον ήταν υποτελείς του.[2]

Ο Βιλλεαρδουίνος είχε ήδη κατακτήσει την Πάτρα και την Ανδραβίδα. Μέσω Πάτρας προχώρησαν στην Ηλεία κι έπειτα στη Μεσσηνία, βρίσκοντας αντίσταση μόνο στην Αρκαδιά.[2] Φτάνοντας κοντά στη Μεθώνη, στον «Ελαιώνα του Κούντουρα» συνάντησαν τον βυζαντινό στρατό σε μια τελευταία προσπάθεια του διοικητή του Θέματος της Πελοποννήσου, Μιχαήλ Δούκα, να προβάλει αντίσταση.[1][2] Στη μάχη που έγινε γνωστή ως Μάχη του ελαιώνα του Κούντουρα, οι Φράγκοι πέτυχαν συντριπτική νίκη κατά των Βυζαντινών, και από τότε ο Σαμπλίτης ονομάστηκε πρίγκιπας της Αχαΐας.[2] Συνεχίζοντας οι δύο ιππότες κατέκτησαν όλη την Πελοπόννησο βρίσκοντας αντίσταση μικρή στην Καρύταινα και στο Νύκλι (πόλη-κάστρο στην Αρκαδία) και στα Σκόρτα, όπου ο Δοξαπατρής Βουτσαράς αντέταξε σθεναρή αντίσταση.[2] Τα μοναδικά εδάφη που έμειναν εκτός της φράγκικης επικράτειας ήταν οι βενετικές πλέον Μεθώνη και Κορώνη και η Μονεμβασιά, η οποία κατακτήθηκε όμως αργότερα μετά από πολύχρονη πολιορκία.[2] Το 1209 ο Σαμπλίτης έμαθε ότι ο μεγαλύτερος αδελφός του Λουδοβίκος πέθανε άτεκνος και έπρεπε να επιστρέψει στη Γαλλία για να πάρει τα δικαιώματά του. Φεύγοντας άφησε στη θέση του ως βάιλο τον ανιψιό του Ούγο Σαμπλίτη, επειδή ο γιος του ήταν ανήλικος. Επιπλέον άφησε μία επιτροπή για να μοιράσει το πριγκιπάτο στους πιστούς του ιππότες (να τους δοθούν βαρωνίες) αλλά και στους ντόπιους που δέχτηκαν την υποτέλεια στους Φράγκους. Στη διαδρομή όμως προς τη Γαλλία πέθανε στην Απουλία της Ιταλίας. Λίγο αργότερα πέθανε και ο ανιψιός του Ούγος, οπότε το πριγκιπάτο πέρασε στα χέρια του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου, ο οποίος πήρε τη θέση του Ούγου ως βάιλος μέχρι να εμφανιστεί ο κληρονόμος του Γουλιέλμου, Ροβέρτος Σαμπλίτης. Με μηχανορραφία του Γοδεφρείδου όμως, ο Ροβέρτος καθυστέρησε και οι άλλοι ευγενείς αναγνώρισαν αυτόν ως πρίγκιπα της Αχαΐας.[2]

Οι Βιλλεαρδουίνοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την εξουσία των Βιλλεαρδουίνων το πριγκιπάτο γνώρισε μεγάλη ακμή. Οι Βιλλεαρδουίνοι έστησαν νομισματοκοπείο στη Γλαρέντζα και έκοβαν δικό τους νόμισμα.[2] Ο Βιλλεαρδουίνος αναλαμβάνοντας πρίγκιπας συγκρούστηκε με την Καθολική Εκκλησία, δημεύοντας την περιουσία της στην περιοχή και με αυτή έκτισε το Χλεμούτσι. Ο Γοδεφρείδος απέκτησε από τους ντόπιους άρχοντες, τους επονομαζόμενους κεφαλάδες, αλλά και από τον Πάπα Ιννοκέντιο Γ΄, την κυριότητα της Αχαΐας, της Ηλείας και της Μεσσηνίας, ένα μέρος της Αρκαδίας, και τον τίτλο του πρίγκηπα της Αχαΐας. Παρόλα αυτά, στους κεφαλάδες αναγνωρίστηκαν τα παλαιά τους προνόμια (η γη και οι δουλοπάροικοι) και αφού ανέβηκαν στην τάξη των ιπποτών, είχαν το δικαίωμα να μετέχουν στις συνελεύσεις της Ανδραβίδας μαζί με τους Φράγκους άρχοντες.

Το 1255 ο τότε πρίγκηπας Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος προσπάθησε να καταλάβει την Εύβοια, αλλά ξεκίνησε εμφύλιο πόλεμο με τους υποτελείς του τριτημόριους βαρώνους του νησιού και του Δουκάτου των Αθηνών. Το 1259, μετά τη Μάχη της Πελαγονίας, οι Φράγκοι του Πριγκιπάτου νικήθηκαν από τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο και αναγκάστηκαν να του παραχωρήσουν κάστρα στη Λακωνία για να ελευθερωθεί ο Βιλλεαρδουίνος. Από τότε το Πριγκιπάτο, δίνοντας πάτημα στους Βυζαντινούς στην Πελοπόννησο, ξεκίνησε μόνιμα πόλεμο εναντίον τους που τελείωσε μόνο το 1430 με την πτώση του.

Η διοίκηση της Πελοποννήσου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Πελοπόννησος την εποχή της Φραγκοκρατίας

Οι καινούριοι κατακτητές της Πελοποννήσου χρησιμοποίησαν ως κανόνα και βάση του δικαίου τους, τις αρχές που είχαν διατυπωθεί πριν από έναν αιώνα στα περίφημα Συνήθεια της Ιερουσαλήμ (Assises of Jerusalem).

Αφού συγκάλεσαν συγκέντρωση όλων των βαρώνων στην πρωτεύουσα Ανδραβίδα, συνέταξαν τον Καταστατικό Χάρτη της Αχαΐας ή ριτζίστρο, με τον οποίο μοίραζαν την Πελοπόννησο σε 12 βαρωνίες, όπου οι βαρόνοι με τους υποτελείς τους (λήζιους) σχημάτιζαν τη Μεγάλην Κούρτην ή Βουλή, που συμβούλευε τον ηγεμόνα, αλλά και έκρινε φεουδαλικά ζητήματα μεταξύ των αρχόντων. Ο κάθε ένας από αυτούς τους βαρόνους άρχιζε να κτίζει οχυρά κάστρα στην τοποθεσία του, για να μπορεί να ελέγχει τους χωρικούς του, αλλά και να αμύνεται ενάντια στις επιβουλές. Εκτός από τους 12 ισότιμους βαρόνους υπήρχαν και 7 εκκλησιαστικοί βαρόνοι, που οι θέσεις τους καθορίστηκαν σύμφωνα με την προϋπάρχουσα ελληνική εκκλησιαστική τάξη, ανάμεσα στους οποίους ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος της Πάτρας και έξαρχος της Αχαΐας ήταν ο προκαθήμενος. Ο αρχιεπίσκοπος πήρε 8 ιπποτικά τιμάρια, οι επίσκοποι από 4 ο καθένας και από 4 πήραν και τα 3 στρατιωτικά τάγματα, που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην Πελοπόννησο εκείνη την εποχή: το Τάγμα των Τευτόνων ιπποτών, του Αγίου Ιωάννη και των Ναϊτών. Όταν έναν αιώνα αργότερα οι Ναΐτες διαλύθηκαν, οι γαίες τους κατέληξαν στους Ιωαννίτες ιππότες. Οι ιππότες και οι ακόλουθοι των ηγεμόνων πήραν από 1 τιμάριο και οι δουλοπάροικοι που ζούσαν εκεί, παραχωρήθηκαν στους καινούριους αφέντες τους.

Μετά τη διανομή των φέουδων καθορίστηκαν οι στρατιωτικές υπηρεσίες, που αυτοί θα πρόσφεραν. Όλοι οι υποτελείς (βασάλοι) όφειλαν να στρατεύονται για υπηρεσία στο στρατόπεδο και να μένουν εκεί 4 μήνες, υπηρεσία στη φρουρά άλλους 4 μήνες και τους τελευταίους 4 μήνες να παραμένουν στα σπίτια τους, πάντοτε έτοιμοι όμως για διαταγές από τον άρχοντά τους. Εκτός από τη Μεγάλη Κούρτη υπήρχε και μια δεύτερη, η Κούρτη των Burgesses (των αστών), με πρόεδρο οριζόμενο από τον ηγεμόνα, που είχε τον τίτλο του υποκόμη. Αυτή η κούρτη ασχολιόταν με τη συζήτηση και επίλυση αστικών διαφορών, με δύο δικαστήρια: στη Γλαρέντζα και την Ανδρούσα. Αλλά και κάθε βαρώνος είχε από μια κούρτη, που μαζί με τους γέροντες της βαρονίας του εκδίκαζαν τοπικές υποθέσεις. Από τον κώδικα των «Ασσιζών της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας» μαθαίνουμε για τη διαίρεση της κοινωνίας. Ανώτατος άρχων ήταν ο ηγεμόνας, μετά οι 12 βαρώνοι, μετά οι μεγάλοι και μικροί υποτελείς ή λίζιοι, οι ελεύθεροι υπήκοοι και οι δουλοπάροικοι. Στην οργάνωση αυτή υπάρχει ενός είδος δημοκρατίας για τους ανώτερους της κοινωνίας, αφού ο ηγεμόνας δεν ήταν «ελέω Θεού» αφέντης, αλλά η εξουσία του περιοριζόταν από αυτή των βαρόνων και των λήζιων, οι οποίοι μπορούσαν να ελέγχουν την εξουσία, αλλά και να ελέγχονται από αυτή. Επίσης και οι γυναίκες είχαν το δικαίωμα να κληρονομούν τις γαίες του θανόντος συζύγου τους, αλλά και να τους διαδέχονται στον θρόνο - κάτι που ήταν αντίθετο από τον πατροπάραδοτο Σάλιο Νόμο (το αρχαίο δίκαιο των Σάλιων Φράγκων, μιας από τις έξι φυλές των Φράγκων, εγκατεστημένης στον κάτω Ρήνο· ο Σάλιος νόμος είχε διατάξεις αστικού και ποινικού δικαίου και δικονομίας και δέχτηκε αργότερα προσθήκες από τον εκχριστιανισμό των Φράγκων).

Οι ελεύθεροι πολίτες είχαν το δικαίωμα της ελεύθερης διάθεσης των υπαρχόντων τους ή των προϊόντων τους μέσα ή έξω από τη χώρα, αλλά κανένας τιμαριούχος δεν μπορούσε να διαθέσει το τιμάριό του σε κάποιο άλλο πρόσωπο χωρίς την άδεια του ηγεμόνα. Ελεύθεροι ήταν και οι Έλληνες άρχοντες της προϋπάρχουσας ηγετικής βυζαντινής τάξης, που ήρθαν σε επαφή και επικοινωνία με τους Φράγκους και κατάφεραν να κρατήσουν τις κτήσεις τους και τα προνόμιά τους, αφού δήλωσαν υποταγή στον καινούριο ηγεμόνα.

Η κατώτερη τάξη της φεουδαλικής κοινωνίας ήταν αποκλειστικά συγκροτημένη από Έλληνες. Οι δουλοπάροικοι δεν μπορούσαν να παντρευτούν ή να δώσουν τη κόρη τους σε γάμο χωρίς τη συγκατάθεση του αφέντη τους. Αν ένας δουλοπάροικος πέθαινε άκληρος, όλα τα υπάρχοντά του μεταβιβάζονταν στον αφέντη του. Επιπλέον, τα υπάρχοντά του μπορούσε να τα κατάσχει ο αφέντης του όποτε ήθελε και το μόνο που μπορούσε να υπερασπιστεί ήταν το σώμα του εναντίον δολοφονικών επιθέσεων. Γιατί αν ένας αφέντης σκότωνε κατά λάθος τον δουλοπάροικο κάποιου άλλου αφέντη, είχε μοναδική υποχρέωση να του δώσει έναν δικό του. Μπορούσε να δώσει τους δουλοπάροικους σε όποιον ήθελε, όποτε ήθελε. Αν μια γυναίκα υποτελής παντρευόταν έναν δουλοπάροικο αμέσως ξέπεφτε σε αυτή την κοινωνική τάξη και αυτή και τα παιδιά της. Ο δουλοπάροικος μπορούσε να γίνει ελεύθερος μόνο με πράξη του αφέντη του ή, αν ήταν γυναίκα, με τον γάμο της με έναν ελεύθερο. Στη φεουδαλική Αχαΐα ο δουλοπάροικος είχε τα προνόμια τού να κόβει βελανίδια ή ξύλα από τα δάση ελεύθερα, μπορούσε να πουλήσει για λογαριασμό του τα ζώα του και ο αφέντης του δεν μπορούσε να τον φυλακίσει για κάποιο παράπτωμα παραπάνω από μία νύχτα. Στην πράξη οι ηγεμόνες δεν ενοχλούσαν τους δουλοπάροικους, αφού δούλευαν όπως έγραφε ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ χωρίς πληρωμή και χωρίς δαπάνες.[3]

Η αρχή της παρακμής

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τον θάνατο του Γουλιέλμου του Β΄, το πριγκιπάτο πέρασε στον Οίκο των Καπετιδών-Ανζού του Βασιλείου της Νεαπόλεως, οπότε και η Ισαβέλλα Βιλλεαρδουίνου παντρεύτηκε τον Φίλιππο Α΄ της Σαβοΐας. Αυτόν ο Κάρολος Β΄ της Νάπολης κατηγόρησε για ατιμία, επειδή δεν τον βοήθησε στην εκστρατεία κατά του Δεσποτάτου της Ηπείρου και επειδή η Ισαβέλλα δεν είχε ζητήσει την άδεια του πατέρα της για να παντρευτεί τον Φίλιππο, ο Κάρολος τους αφαίρεσε το πριγκιπάτο και το παρέδωσε στον γιο του Φίλιππο Α΄ πρίγκιπα του Τάραντα στις 5 Μαΐου του 1306. Οι δυναστικές έριδες και οι διεκδικητές του θρόνου του Πριγκιπάτου συνεχίστηκαν μέχρι το τέλος του, φέρνοντας μάλιστα οι διεκδικητές ακόμη και μισθοφορικούς στρατούς, όπως οι Ναβαραίοι. Ο ένας από τους αρχηγούς αυτών των μισθοφόρων έφτασε να γίνει και ο ίδιος πρίγκιπας: πρόκειται για τον Πέτρο του Μπορντώ.

Τον 13ο αιώνα χάθηκε και πέρασε στους Βυζαντινούς η Βαρωνία των Καλαβρύτων, ενώ η Βαρωνία της Πάτρας τον 14ο αιώνα έγινε ανεξάρτητο κράτος, άμεσα υποτελές στον πάπα.[4]

Οι Ζαχαρία και το τέλος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Πέτρο διαδέχθηκε η σύζυγός του Μαρία Β΄ από την Οικογένεια Ζαχαρία. Ο ανιψιός της Κεντυρίων Ζαχαρία, τελευταίος πρίγκιπας της Αχαΐας, δεν μπόρεσε να προβάλει σοβαρή αντίσταση στους Βυζαντινούς, χάνοντας σταδιακά όλα τα εδάφη του Πριγκιπάτου. Το 1430 παρέδωσε το κάστρο και τη Βαρωνία της Χαλανδρίτσας, την τελευταία που του είχε μείνει, στον Θωμά Παλαιολόγο. Στη συμφωνία που έκανε, κράτησε για τον εαυτό του τη Βαρωνία της Αρκαδίας και του έδωσε την κόρη του Αικατερίνη και τον γιο του Ιωάννη ως αιχμάλωτο. Ο Ιωάννης, τιτουλάριος Πρίγκιπας της Αχαΐας, επαναστάτησε κατά του Θωμά και ξεκίνησε πόλεμο με τους Βυζαντινούς για την ανάκτηση των χαμένων εδαφών, χωρίς επιτυχία. Με τον θάνατό του ουσιαστικά έπαψε να υπάρχει το Πριγκιπάτο και ο τίτλος του Πρίγκιπα.

Κατάλογος των πριγκίπων της Αχαΐας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Περίοδος Όνομα
1205-1209 Γουλιέλμος Α΄ Σαμπλίτης
1209-1228 Γοδεφρείδος Α΄ Βιλλεαρδουίνος
1228-1246 Γοδεφρείδος Β΄ Βιλλεαρδουίνος, πρώτος γιος του Γοδεφρείδου Α΄.
1246-1278 Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος , δεύτερος γιος του Γοδεφρείδου Α΄.
1278-1285 Κάρολος Α΄ των Καπετιδών-Ανζού, βασιλιάς της Σικελίας(-Νάπολης). Συμπέθερος του Γουλιέλμου Β΄ ως πατέρας του Φιλίππου, πρώτου συζύγου της Ισαβέλλας Α΄, κόρης του Γουλιέλμου Β΄.
1285-1289 Κάρολος Β΄ των Καπετιδών-Ανζού, βασιλιάς της Νάπολης. Γιος του Καρόλου Α΄, αδελφός του Φιλίππου. Οι βασιλείς της Νάπολης παραμένουν κυρίαρχοι του πριγκιπάτου της Αχαΐας.
1289-1307 Ισαβέλλα Α΄ Βιλλεαρδουίνου Γνωστή ως Ιζαμπώ, κόρη του Γουλιέλμου Β΄.


Πρίγκιπες από το Βασίλειο της Νάπολης Διεκδικητές απόγονοι των Βιλλεαρδουίνων
Περίοδος Όνομα Περίοδος Όνομα
1307-1313 Φίλιππος Β΄ των Καπετιδών-Ανζού, γιος του Καρόλου Β΄. Με τη σύζυγό του Αικατερίνη των Βαλουά. 1307-1313 Μαργαρίτα Βιλλεαρδουίνου, νεότερη αδελφή της Ισαβέλλας Α΄.
1313-1318 Ματθίλδη του Αινώ , κόρη της Ισαβέλλας Α΄ και του Φλωρέντιου.
  • 1313-1316 με τον 2ο σύζυγό της Λουδοβίκο Α΄ (Οίκος της Βουργουνδίας).
1313-1315 Ισαβέλλα Β΄ του Σαμπράν, κόρη της Μαργαρίτας και σύζυγος τού Φερδινάνδου της Μαγιόρκας.
1316/1318-1320 Εύδης της Βουργουνδίας, αδελφός του Λουδοβίκου Α΄ (Οίκος της Βουργουνδίας). 1315-1349 Ιάκωβος Γ΄ της Μαγιόρκας, γιος της Ισαβέλλας Β΄.
* με τον πατέρα του Φερδινάνδο της Μαγιόρκας.
1320-1321 Λουδοβίκος Β΄ των Βουρβόνων, αγόρασε τα δικαιώματα από τον Εύδη Δ΄ της Βουργουνδίας. Ιάκωβος Γ΄.
1318-1333 Ιωάννης των Καπετιδών-Ανζού, άλλος γιος του Καρόλου Β΄ και 3ος σύζυγος της Ματθίλδης. Ιάκωβος Γ΄.
1333-1364 Ροβέρτος των Καπετιδών-Ανζού, γιος του Φιλίππου Β΄. Με τη σύζυγό του Μαρία Α΄ των Βουρβόνων. 1349-1375 Ιάκωβος Δ΄ της Μαγιόρκας, γιος του Ιακώβου Γ΄.
1364-1373 Φίλιππος Γ΄ των Καπετιδών-Ανζού, γιος του Φιλίππου Β΄. Ιάκωβος Δ΄.
1373-1381 Ιωάννα των Καπετιδών-Ανζού, βασίλισσα της Νάπολης, δισεγγονή του Καρόλου Β΄. Εξαδέλφη των αδελφών Ροβέρτου, Φιλίππου Γ΄ και Λουδοβίκου. Σύζυγος του τελευταίου. Με τον 3ο σύζυγό της Ιάκωβο Δ΄ της Μαγιόρκας (1373-75) και τον 4ο Όθωνα του Μπράουνσβαϊγκ-Γκρούμπενχαγκεν (από το 1376). Ιάκωβος Δ΄.
Το 1373 ο Ιάκωβος Δ΄ της Μαγιόρκας δίνει το πριγκιπάτο στη σύζυγό του Ιωάννα Α΄ της Νάπολης, ενώνοντας τις δυο οικογένειες που είχαν απαίτηση στον θρόνο του πριγκιπάτου. 1377-81: Ιππότες του Τάματος του Αγ. Ιωάννη.


Περίοδος Όνομα
1381-1383 Ιάκωβος των Μπω, ανιψιός των Ροβέρτου, Φιλίππου Γ΄ και Λουδοβίκου. Εκμεταλλευόμενος τη φυλάκιση της Ιωάννας Α΄ της Νάπολης, ανέλαβε το πριγκιπάτο.
1383-1386 Κάρολος Γ΄ των Καπετιδών-Ανζού, βασιλιάς της Νάπολης, εγγονός του Ιωάννη. Επίτροπος ο Μάιο ντε Κοκερέλ.
1386-1396 Λαδίσλαος των Καπετιδών-Ανζού, βασιλιάς της Νάπολης, γιος του Καρόλου Γ΄.
* Ταυτόχρονα η Ναβαρρική Εταιρεία μισθοφόρων κατέλαβε το πριγκιπάτο.
1396-1402 Πέτρος του Σαν Σουπεράνο, Ιταλός τυχοδιώκτης, αρχηγός της Ναβαρρικής Εταιρείας. Αγόρασε το πριγκιπάτο από τον Λαδίσλαο αντί 3000 δουκάτων.
1402-1404 Μαρία Β΄ Ζαχαρία, σύζυγος του Πέτρου.
1404-1430 Κεντυρίων Ζαχαρίας, ανιψιός της Μαρίας.
Το 1430 ο Θωμάς Παλαιολόγος προσαρτά το πριγκιπάτο στο δεσποτάτο του Μωρέως, για λογαριασμό της Αυτοκρατορίας (της Ρωμανίας).

Βάϊλοι του Πριγκιπάτου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι βάϊλοι ήταν οι επίτροποι του Πρίγκιπα όταν αυτός απουσίαζε από το Πριγκιπάτο. Μετά το 1278, όταν ο Πρίγκιπας δεν έμενε στο πριγκιπάτο, ήταν μόνιμοι.

Οι Βαρωνίες του πριγκιπάτου της Αχαΐας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτα είναι οι εξής 12:

Η Αραγωνική έκδοση του Χρονικού του Μωρέως αναφέρει και τις εξής:

Οι 7 εκκλησιαστικές βαρωνίες είναι:

Γεναλογία πριγκίπων της Αχαΐας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
πρίγκιπας της Αχαΐας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Γοδεφρείδος Α΄
πρίγκιπας της Αχαΐας
1210-1229
ΟΙΚΟΣ ΒΙΛΛΕΑΡΔΟΥΙΝΩΝ
σύζ. Ελισάβετ ντε Σαπ
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Κάρολος Α΄
βασ. της Σικελίας(-Νάπολης)
ΟΙΚΟΣ ΚΑΠΕΤΙΔΩΝ-ΑΝΖΟΥ
 

Γοδεφρείδος Β΄
πρίγκιπας της Αχαΐας
1229-1246
σύζ. Αγνή των Κουρτεναί
 

Γουλιέλμος Β΄
πρίγκιπας της Αχαΐας
1246-1278
σύζ.1.κόρη του Ναρζό ντε Τουσί
2.Καριντάνα νταλλε Κάρτσερι
3.Άννα Αγγελίνα της Ηπείρου
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Κάρολος Β΄
βασ. της Νάπολης
 
1.Φίλιππος της Σικελίας
 

Ισαβέλλα
πριγκίπισσα της Αχαΐας
1289-1307

σύζ.2.Φλωρέντιος του Αινώ

3.Φίλιππος Α΄ του Πεδεμοντίου
 
Μαργαρίτα
σύζ.1.Ισνάρντ ντε Σαμπράν
2.Ριχάρδος Α΄ Ορσίνι
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Φίλιππος Α΄
πρίγκιπας του Τάραντα
σύζ. Αικατερίνη του Βαλουά-Κουρτεναί
 
Ροβέρτος
βασ. της Νάπολης
 

3.Ιωάννης
κόμης της Γκραβίνα,
δούκας του Δυρραχίου
σύζ.2.Αγνή του Περιγκόρ
 

(2) Ματθίλδη του Αινώ
πριγκίπισσα της Αχαΐας
1313-1318
σύζ.1.Γκυ Β΄ ντε Λα Ρος

2.Λουδοβίκος της Βουργουνδίας
4.Ούγκος ντε Λα Παλίς
 
(1) Ισαβέλλα ντε Σαμπράν
σύζ.Φερδινάνδος
πρίγκιπας της Μαγιόρκας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Μαργαρίτα
σύζ. Φραγκίσκος των Μπω
δούκας της Άντρια
 

Ροβέρτος
πρίγκιπας του Τάραντα
 
Λουδοβίκος
πρίγκιπας του Τάραντα
 

Φίλιππος Β΄
πρίγκιπας του Τάραντα
 
Κάρολος
δούκας της Καλαβρίας
 
(2) Λουδοβίκος
κόμης της Γκραβίνα
 
 
 
 
 
Ιάκωβος Γ΄
βασ. της Μαγιόρκας
ΟΙΚΟΣ ΒΑΡΚΕΛΩΝΗΣ
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Ιάκωβος των Μπω
πρίγκιπας του Τάραντα
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Ιωάννα Α΄
βασ. της Νάπολης
 

Κάρολος Γ΄
βασ. της Νάπολης
 
 
 
 
 
Ιάκωβος Δ΄
βασ. της Μαγιόρκας
 
Ισαβέλλα
σύζ. Ιωάννης Β΄ Παλαιολόγος
μαρκήσιος του Μομφερράτου
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Λαδίσλαος
βασ. της Νάπολης
πώλησε το πριγκιπάτο στον Πέδρο
 
Πέδρο του Σαν Σουπεράνο
πρίγκιπας της Αχαΐας
 
Μαρία Β΄ Ζαχαρία
πριγκίπισσα της Αχαΐας
 
Αδρόνικος Ζαχαρία
βαρόνος της Χαλανδρίτσας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Κεντυρίων Ζαχαρία
πρίγκιπας της Αχαΐας
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αικατερίνη Ζαχαρία
σύζ. Θωμάς Παλαιολόγος
δεσπότης του Μωρέως
  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Ελληνικό χρονικό
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 2,7 Κωνσταντίνος Παπαρηγόπουλος, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Βιβλίο Δέκατο τρίτο, Νέος Ελληνισμός-Φραγκοκρατία, εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, Αθήνα 1992
  3. Γουίλλιαμ Μίλλερ, Η Φραγκοκρατία στην Ελλάδα, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 1990.
  4. Στέφανος Θωμόπουλος, Ιστορία της πόλεως Πατρών από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι του 1821, Εκ της βασιλικής τυπογραφίας Νικολάου Γ. Ιγγλέση, Εν Αθήναις 1888

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]