Μανιτάρι
Μανιτάρι ονομάζεται κοινώς το ορατό μέρος πολυκύτταρων μυκήτων με τη χαρακτηριστική, συνήθως ομπρελοειδή μορφή. Πρόκειται για το σώμα του μανιταριού, δηλαδή το όργανο στο οποίο θα αναπτυχθούν τα σπόρια που θα εξασφαλίσουν τη διαιώνιση του είδους. Το κυρίως μέρος του μύκητα είναι υπόγειο και σχεδόν πάντα αθέατο το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Είναι το μυκήλιο, που αναπτύσσεται σαν ιστός στο υπόστρωμα με τη μορφή των μυκηλιακών υφών.
Ετυμολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η λέξη μανιτάρι είναι υποκοριστικό της αρχαιοελληνικής "αμανίτης".[1] Αρχαιοελληνικής προέλευσης είναι και η ονομασία του είδους Boletus edulis (βασιλομανίταρο). Οι λέξεις Boletus και edulis (εδώδιμον-έδεσμα) προέρχονται από το αρχαιοελληνικό βώλος (κομμάτι γης) και από το μέλλοντα του ρήματος εσθίω (τρώγω), έδομαι.[2] Ήταν γνωστό ως "ύδνον" στην αρχαιότητα σύμφωνα με τους Θεόφραστο και Διοσκουρίδη).[3][4][5][6]
Γενικά χαρακτηριστικά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα καρποσώματα των περισσότερα αυτοφυών μανιταριών αναπτύσσονται πάνω από το έδαφος, στην οποία περίπτωση χαρακτηρίζονται ως επίγεια. Πολλά ακόμη καρποφορούν πάνω σε σάπιο, εξασθενημένο ή ακόμη και υγιές ξύλο (πρέμνα, κορμούς, κλαδιά), ενώ υπάρχουν και αρκετά που περνούν όλη τους τη ζωή υπογείως, όπως οι γνωστές τρούφες. Ένας μικρότερος αριθμός μανιταριών ευδοκιμεί πάνω σε διαφορετικούς ξενιστές, όπως άλλα νεκρά ή ζωντανά μανιτάρια, κρανία και κόκκαλα νεκρών ζώων, ζωντανά ή νεκρά έντομα κ.ά.
Ανάλογα με τον τρόπο παραγωγής των σπορίων τους, τα μανιτάρια διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:
Υποδιαίρεση ανώτερων μυκήτων, η οποία περιλαμβάνει περίπου το 25% του συνόλου των μυκήτων. Αριθμεί περισσότερα από 450 γένη, διαδεδομένα σε όλες τις χερσαίες περιοχές της γης, που αποτελούν αντικείμενο της βοτανικής και γεωβοτανικής. Έχουν μεγάλη ποικιλία στο μέγεθος και στη μορφή. Υπάρχουν μικροσκοπικοί, κυρίως παράσιτα ανώτερων φυτών, και πολύ μεγάλοι σαπροφυτικοί, που ταξινομούνται στους τελειομύκητες, τους υμενομύκητες και τους γαστερομύκητες.[7]
Οι βασιδιομύκητες έχουν σχήμα ομπρέλας, χωνιού, κυλίνδρου, κοραλλιού, κυπέλλου, αστεριού. Το πιο κοινό σχήμα είναι αυτό της ομπρέλας, αποτελούμενο από μια δισκοειδή δομή (καπέλο ή πίλος) στηριζόμενη πάνω σε πόδι (στύπο). Στο κάτω μέρος του καπέλου υπάρχουν είτε ελάσματα σε ακτινωτή διάταξη (αγαρικοειδείς μύκητες), είτε σωλήνες που καταλήγουν σε πόρους (βωλιτοειδείς μύκητες), είτε αγκαθωτές προεξοχές (Ύδνα). Οι παραπάνω δομές αποτελούν, κατά περίπτωση, το υμένιο των μανιταριών, δηλαδή την σποριοπαραγωγική δομή των μανιταριών. Στις επιφάνειες του υμενίου υπάρχουν μικροσκοπικές ροπαλόμορφες βάσεις, τα βασίδια, πάνω στις οποίες παράγονται τα σπόρια, αλλά και τα κυστίδια, που είναι στείρα.
Έχουν σχήμα πατάτας, σφαίρας, βολβού, κυπέλλου, δίσκου κλπ. Τα σπόριά τους παράγονται μέσα σε μικροσκοπικούς σάκους.
Τα μανιτάρια μπορεί να δημιουργούν αρμονικές συμβιωτικές σχέσεις αλληλοβοήθειας (μυκόρριζα), να αποτελούν παράσιτο ζωντανών ή ετοιμοθάνατων δέντρων και φυτών, ή να είναι σαπρόφυτα που τρέφονται από νεκρή οργανική ύλη την οποία αποσυνθέτουν, παίζοντας έτσι σημαντικό ρόλο στο οικοσύστημα. Είναι ετερότροφοι, μη φωτοσυνθετικοί οργανισμοί που χαρακτηρίζονται από την απότομη ανάπτυξη και εμφάνισή τους, εξ ου και η έκφραση "φύτρωσε σαν μανιτάρι".[8] Η οικολογία τους περιλαμβάνει πολλούς και διαφορετικούς βιότοπους, από τις δασωμένες πλαγιές και τα ρέματα των βουνών, τα ορεινά και ημιορεινά λιβάδια μέχρι και τις χορταριασμένες και υγρές μεριές μέσα σε πόλεις ή και τις αυλές των σπιτιών. Μπορούν να είναι εξαιρετικά βραχύβια ή και πολυετή. Στην πλειοψηφία τους φυτρώνουν το φθινόπωρο, όταν λόγω των βροχών ευνοείται από τις συνθήκες υγρασίας η καρποφορία τους. Καρποφορίες υπάρχουν, ωστόσο, και την άνοιξη, αλλά και όλο το χρόνο.
Κυνήγι μανιταριών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το κυνήγι ή μάζεμα του μανιταριού περιγράφει τη δραστηριότητα της συλλογής μανιταριών στην άγρια φύση, συνήθως για φαγητό. Αυτή η εποχιακή δραστηριότητα είναι περισσότερο δημοφιλής στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Γαλλία και την Ιταλία. Επειδή πολλά μανιτάρια είναι δηλητηριώδη, ενίοτε προκαλούν φόβο στους ανθρώπους. Ωστόσο, τα εδώδιμα μανιτάρια χρησιμοποιούνται στην κουζίνα διαφόρων λαών, οι οποίοι τα καταναλώνουν ωμά (σπανίως) ή μαγειρεμένα.
Στην Ελλάδα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Έλληνες δεν φημίζονται ως μανιταροσυλλέκτες.[9] Στην Ελλάδα είναι γνωστά περίπου 2.200 είδη άγριων μανιταριών (περίπου 150 εδώδιμα), από τα οποία τα περισσότερα δεν είναι ούτε δηλητηριώδη ούτε φαγώσιμα. Η αγορά τροφοδοτείται κυρίως από τα καλλιεργημένα λευκά (Agaricus bisporus) πλευρώτους (Pleurotus ostreatus), portobello, crimini, τα κονσερβοποιημένα και σπανιότερα άγρια μανιτάρια σε αποξηραμένη συνήθως μορφή. Συχνά συλλέγονται ο βωλίτης ο εδώδιμος (Boletus edulis) (βασιλομανίταρο).[10]
Θρεπτική αξία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα μανιτάρια παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία, η οποία καθιστά δύσκολη την ανάλυση της θρεπτικής τους αξίας. Η ενέργεια που θεωρητικά αποδίδουν, όταν καταναλώνονται ωμά ή μαγειρεμένα, είναι μικρή, καθώς αποτελούνται κατά 90% από νερό.[11]
Ως προς τα μακροθρεπτικά συστατικά τους, τα μανιτάρια αποτελούνται στο μεγαλύτερο μέρος της ξηράς τους ουσίας (10%) από υδατάνθρακες και πρωτεΐνες. Οι πρωτεΐνες των μανιταριών, λόγω της παρουσίας όλων των βασικών αμινοξέων, είναι υψηλής ποιότητας, ανώτερες από τις φυτικές πρωτεΐνες, πλησιάζοντας την ποιότητα των ζωικών πρωτεϊνών.[12][11] Οι αντιοξειδωτικές ουσίες των μανιταριών ενισχύονται κυρίως με το ψήσιμο στο φούρνο, ενώ μειώνονται με το τηγάνισμα και το βράσιμο.[13]
Χρήση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Φαρμακευτικά μανιτάρια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Φαρμακευτικά μανιτάρια είναι εκείνα που χρησιμοποιούνται ως πιθανές θεραπείες για την αντιμετώπιση ασθενειών. Το reishi και το ιαπωνικό shitake, που αναπτύσσεται στα δένδρα, έχουν μια ιστορία χρήσης χιλιετιών σε τμήματα της Ασίας. Στην παραδοσιακή κινέζικη ιατρική χρησιμοποιείται για περισσότερα από 2.000 χρόνια[14] όχι μόνον για τα ευεργετικά του αποτελέσματα, αλλά και για την απουσία παρενεργειών στον άνθρωπο.[15] Το shitake έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, μέταλλα και στις βιταμίνες B12 και B2, ενώ επίσης βοηθά στην αντιμετώπιση διαφόρων ιών.[16]
Οι μύκητες εκείνοι που δεν παράγουν μανιτάρια ήταν η αρχική πηγή της πενικιλίνης.[17]
Στην Ελλάδα, ένα είδος μανιταριού είναι γνωστό με την ονομασία γανόδερμα από τη λέξη "γάνος" που σημαίνει φωτεινότητα και το "δέρμα",[18] ενώ στην Ιταλία αναφέρεται ως lucidum, που στα λατινικά σημαίνει φωτεινότητα.[19] Ένα ακόμα φαρμακευτικό μανιτάρι είναι το ερίκιο το αγκαθωτό.[20] Επίσης, o Aμανίτης ο μυγοκτόνος (Amanita muscaria) χρησιμοποιείται στη χημειοθεραπεία, αλλά και στην ομοιοπαθητική.[21]
Άλλες χρήσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ιστορικά τα μανιτάρια είχαν μακρόχρονη ιατρική χρήση, ιδίως στην παραδοσιακή κινέζικη ιατρική και φαρμακευτική πρακτική,[22] αλλά και στην αρωματοποιία, όπως το κίτρινο μανιτάρι Laetiporus sulphureus.[23]
Τα μανιτάρια μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη βαφή μαλλιού και άλλων φυσικών ινών. Οι χρωστικές τους ουσίες είναι οργανικές ενώσεις και παράγουν ισχυρά και ζωντανά χρώματα του χρωματικού φάσματος. Πριν από την εφεύρεση των συνθετικών χρωστικών ουσιών, τα μανιτάρια ήταν πηγή πολλών χρωμάτων της κλωστοϋφαντουργίας και μερικοί ξυλόβιοι μύκητες με φελλώδη ή ξυλώδη σύσταση, όπως Polyporus, Fomitopsis pinicola, Daealea quercina, Phellinus, με σχήματα οπλής ή γεισώματος χρησιμοποιήθηκαν ως εκκινητές ανάφλεξης (ίσκες).
Κίνδυνοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γενικά, ο άνθρωπος πρέπει να μαζεύει για τροφή μόνο τα είδη των μανιταριών των οποίων τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίζει με απόλυτη βεβαιότητα.[24] Συνήθως, στην περιοχή Βιτσίου της Καστοριάς θεωρείται ότι τα μανιτάρια με δακτύλιο είναι επικίνδυνα, ενώ στην ορεινή Αρκαδία λέγεται το αντίθετο.[25] Αυτό οφείλεται στα είδη που ενδημούν και έχουν δοκιμασθεί σε κάθε περιοχή. Το Amanita rubescens (Αμανίτης ο ερυθριών ή κοκκινίζων), που έχει το δακτύλιο ως κυρίαρχο γνώρισμά του, θεωρείται ασφαλές προς κατανάλωση μανιτάρι. Ωστόσο, αν δεν μαγειρευτεί καλά, μπορεί να προκαλέσει αναιμία, καθώς ωμό περιέχει μια αιμολυτική τοξίνη.[26] Ο Ερυθροβωλίτης ο σατανάς (Rubroboletus satanas) είναι δηλητηριώδης, κυρίως αν καταναλωθεί ωμός, αλλά ακόμη και μαγειρεμένος.[27][28]
Αντιμετώπιση δηλητηριάσεων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]...μεθ΄υσσώπω (μαντζουράνα) και οριγάνου μετρίως εψηθέντων. Αβλαβέστατοι μέν ούν των άλλων μυκήτων εισίν ούτοι (βωλίται),[1] δεύτεροι δε μετ΄αυτούς οι αμανίται, των δέ άλλων ασφαλέστερόν εστι μηδ΄όλως άπτεσθαι· πολλοί γάρ εξ αυτών απέθαναν.
...πρέπει να ψηθούν μέτρια με μαντζουράνα και ρίγανη. Οι πιο αβλαβείς μεν λοιπόν από τους άλλους μύκητες είναι αυτοί (οι βωλίτες), δεύτεροι δε μετά απ' αυτούς είναι οι αμανίτες, τους υπόλοιπους ασφαλέστερο είναι να μη τους αγγίζετε καθόλου· γιατί πολλοί πέθαναν εξαιτίας τους.Γαληνός Περί των εν ταις τροφαίς δυνάμεων, Βιβλίον πρώτον, κεφ. Περί μυκήτων.[29]
Γενικότερα, τα τοξικά μανιτάρια χωρίζονται σε αυτά που προκαλούν ελαφρές γαστρεντερικές διαταραχές (που μπορεί να οφείλονται ακόμα και στο υψηλό ποσοστό μυκοχιτίνης[30] που περιέχουν, μιας ουσίας που είναι δύσπεπτη αν καταναλωθεί σε μεγάλες ποσότητες), όπου η θεραπεία έρχεται μόνη της, σε αυτά που προκαλούν μέτριας επικινδυνότητας δηλητηριάσεις και σε εκείνα που προξενούν πολύ σοβαρές δηλητηριάσεις, από τις οποίες χωρίς ιατρική υποστήριξη μπορεί να επέλθει ακόμη και θάνατος.
Τα περισσότερα τοξικά μανιτάρια στο αρχικό στάδιο της ανάπτυξής τους δεν ξεχωρίζουν εύκολα από παρόμοια εδώδιμα, όπως ο Αμανίτης ο καισαρικός (Amanita caesarea) από τον Αμανίτη τον μυγοκτόνο (Amanita muscaria).
Η αντιμετώπιση της δηλητηρίασης έγκειται στην έγκαιρη διάγνωση και στη αποβολή από τον οργανισμό του δηλητηρίου που δεν έχει απορροφηθεί. Ο χρόνος εκδήλωσης των συμπτωμάτων στη χειρότερη περίπτωση, που είναι η δηλητηρίαση από τον Αμανίτη τον φαλλοειδή (Amanita phalloides), είναι μεγάλος. Τα πρώτα συμπτώματα -διάρροια, κοιλιακό άλγος, εμετός και πιθανόν πυρετός, άσθμα, αλλεργική αντίδραση, αναφυλάξεις- εμφανίζονται 4 έως 24 ώρες μετά την κατανάλωση, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος να μην αποδοθεί η αιτία σε αυτό, αλλά σε κάτι άλλο. Μετά μια φαινομενική ύφεση 1-2 ημερών, ξεκινά η νέκρωση του ήπατος.
Ο θάνατος επέρχεται έξι με δέκα ημέρες μετά τα πρώτα συμπτώματα. Η θανατηφόρος δόση είναι περίπου 50 χιλιοστόγραμμα, που αντιστοιχούν χονδρικά σε ένα μέτριο μανιτάρι.
Το Legalon χορηγείται σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις όταν ο ασθενής έχει πέσει σε ηπατικό κώμα. Είναι ηπατοπροστατευτικό και όχι αντίδοτο.[31]
Εικόνες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]-
Boletus Edulis, Βωλίτης ο εδώδιμος
-
Καλογεράκι (πορτσίνι)
-
Chanterelle δηλ. η λεπτή χορδή του βιολιού
-
Η Russula Emetica είναι ένα είδος πολυμορφικού μανιταριού
-
Morchella esculenta (εδώδιμη)
-
Η Αμανίτα Μουσκάρια(ovolo-αυγό) στην αρχική της ανάπτυξη που συγχέεται με την εδώδιμη Καισάρια
-
Εικ.9 Amanita muscaria Νορβηγία
-
Ερείκιον το κοραλλοειδές - Διακοσμητικό Σλοβενία
-
Tomprette des mortsΗ σάλπιγγα του θανάτου που συγχέεται στην αρχική της ανάπτυξη (Γαλλία) με τη Pseudocraterellus unductus
-
Αμανίτα πανθερίνα σε μεγέθυνση ο στύπος και τα κονδυλώματα
-
Εικ.13 Το κάτω μέρος του πίλου:τα βράγχια (ελάσματα ή λαμέλες), όπου βρίσκονται και οι σπόροι του είδους Lactarius
-
Κίτρινο μανιτάρι σε γέρικη βελανιδιά (Laetiporus Sulphureus)-Κίνα
-
Μανιτάρι της Μαγιόρκας Βαλεαρίδων νήσων
-
Flammulina velutipes, Φλεγόμενα στεφάνια
-
Mycena interrupta (Διακόπτουσα το νήμα της ζωής) Φιλιππίνες
-
Phalus impudicus Garallan(κόλαση στα Γαλικιακά)
-
Μορχέλα Τασμανίας
-
Λυκόπερδο puffball (τραχύ) Πολωνία
-
Μαύρη τρούφα
-
Απεικόνιση του παραισθησιογόνου Αμανίτη Μουσκάρια στα παραμύθια και στις ευχετήριες κάρτες
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Αντώνιος Γιάνναρης, Μικρός θησαυρός της ελληνικής γλώσσης, Τόμ. Α΄ 1888
- ↑ Α. Γεωργοπαπαδάκος, Λεξικόν ανωμάλων ρημάτων σ. 71-Βιβλιοπωλείον ΜΟΛΧΟ,4η έκδοση, Θεσσαλονίκη 1958
- ↑ "Πολλά γάρ οὐ κακώδη τά ἐκ τῶν σαπρῶν, ὡs οὐδ΄οἱ μύκητες οἱ ἐκ κόπρου φυόμενοι." Θεόφραστος, Περί ὁσμῶν 4.2.5
- ↑ "Το ύδνον και ὄ καλούσι τινές γεράνειον τήν ὁσμήν ἔχειν κρεώδη." Θεόφραστος, Περί Οσμὠν
- ↑ "Οὐτε γάρ ρίζαν πάντ΄ἔχει ούτε καυλόν, τό ὺπέρ γῆς πεφυκός, στέλεχος λέγω, ούτε ἀκρεμόνα ούτε φύλλον ούτε καρπόν ούτ΄αύ φλοιόν ή μήτραν ή ίνας ή φλέβας, οίον μύκης ὑδνον." Θεόφραστος, Περί Φυτών Ιστορία,1.1.11.5
- ↑ "Ύδνον ρίζα ἐστί περιφερής, ἄφυλλος, ἄκαυλος, ὑπόξανθος, ἔαρος ὁρυττομένη (την άνοιξη ανασκαπτομένη). ἐδώδιμος δέ ἐστί ώμή τε καί ἐφθηεσθιομένη." Διοσκουρίδης, Περί ὑλης ἰατρικής 2 P61
- ↑ Εγκυκλοπαίδεια Δομή, τόμ. 4ος σ.721
- ↑ Κατά Φιλήμονα (Δ΄77)...τυχοδιώκται δε πάσης ποιότητος και τάξεως αναφαίνονται πολυπληθείς, ως οι μύκητες μετά τους όμβρους,
- ↑ Ζαχαρίας Αθανασίου, Μανιτάρια «οδηγός αναγνώρισης για 642 είδη»
- ↑ Κυνήγι μανιταριών- Βασικός οδηγός
- ↑ 11,0 11,1 «Αξία μανιταριών σε θρεπτικές ουσίες». Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ D. K. Arora (2003). Fungal Biotechnology in Agricultural, Food and Environmental Applications. CRC Press. σελ. 384.
- ↑ onmed.gr (22 Μαΐου 2017). «Πώς να μαγειρεύετε τα μανιτάρια για να είναι πιο θρεπτικά και υγιεινά». Onmed.gr. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ Chinese Herbal Medicine, Third edition by Dan Bensky, 2004
- ↑ Jones Kenneth, (1990), Reishi Ancient Herb of Modern Times, Sylvan. σελ.6
- ↑ Αποστολάτου, Τζούλη (31 Οκτωβρίου 2006). «Μανιτάρι...αλλά τι μανιτάρι;». Vita.gr. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ «Μανιτάρια: πώς μπορούν να δώσουν ώθηση στην υγεία μας | clickatlife». www.clickatlife.gr. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ Liddel Henry George και Robert Scott, Ελληνο-αγγλικό συνοπτικό λεξικό, Oxford University Press, ISBN 0-19-910207-4
- ↑ «Latin Definition for: lucidus, lucida, lucidum (ID: 25929) - Latin Dictionary and Grammar Resources - Latdict». latin-dictionary.net. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ Hericium erinaceus: An edible mushroom with medicinal values. De Gruyter. 2013. σελ. 1–6.
|first1=
missing|last1=
in Authors list (βοήθεια) - ↑ «Agaricus - Homeopathy». elmaskincare.com. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ Δημήτριος Κελτεμλίδης, Μανιτάρια «τα φαρμακευτικά μανιτάρια», 1993
- ↑ «(PDF) Laetiporus sulphureus (Bull.: Fr.) Murr. as Food as Medicine». ResearchGate (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ Βαγγέλης Μπούρμπου, «Τα θανητοφόρα και δηλητηριώδη μανιτάρια στη χώρα μας», 2007
- ↑ Δημήτριο Γκολίτσης, Ηδύγαιον, εκδ. Απόστολος Δούκης, Καστοριά 1989 σ. 17
- ↑ «Amanita rubescens, Blusher mushroom». www.first-nature.com. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ «Rubroboletus satanas, Devil's Bolete mushroom». www.first-nature.com. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ «Δύο λόγια για τα άγρια και θανατηφόρα μανιτάρια». Χανιώτικα Νέα. 31 Οκτωβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ Γαληνός, De alimentorum facultatibus libri iii 6.655.14
- ↑ Γαληνός,«μεθ΄υσσώπω» (ματζουράνας) μαγειρεμένη. Η ματζουράνα χρησιμοποιείται σήμερα στη φαρμακευτική ως αναλγητικό, αντισπασμωδικό, χωνευτικό, τονωτικό, Εγκλ. Δομή. σ.240 τόμ. 18
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». www.madausarabia.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Απριλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019.
- ↑ Εκ του Virus (ιός, δηλητήριον και το σημερινό ελληνολατινικό antivirus ), Lexicon Latino-Graecum, Ευστράτιος Τσακαλώτος
- ↑ Μανιτάρια του τύπου γανόδερμα φυτρώνουν στος όρος Δίρφυ της Εύβοιας
- ↑ Richard Griffith, Psychopharmacology, Oregon 2006
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- «Mushroom» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 19 (11η έκδοση) 1911, σσ. 70–72