κλοπιμαία

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 06:12, 31 Ιανουαρίου 2022 από την Sarri.greek (συζήτηση | συνεισφορές) (PAWS - συντήρηση: αφαίρεση μτφ-μέση από τις Μεταφράσεις)
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα κλοπιμαία
      γενική των κλοπιμαίων
    αιτιατική τα κλοπιμαία
     κλητική κλοπιμαία
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κλοπιμαία< ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου κλοπιμαίος < ελληνιστική κοινή κλοπιμαῖος < κλόπιμος < αρχαία ελληνική κλοπή < κλέπτω

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /klo.piˈme.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κλο‐πι‐μαί‐α

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κλοπιμαία ουδέτερο στον πληθυντικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

κλοπιμαία